Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

ἑξαπέλεκυς ς

См. также в других словарях:

  • εξαπέλεκυς — ἑξαπέλεκυς, ο, η (Α) 1. αυτός που έχει έξι πελέκεις, τσεκούρια 2. (ειδ.) αυτός που η εξουσία του συμβολίζεται με έξι τσεκούρια («ἑξαπέλεκυς ἡγεμών, στρατηγός, πραίτωρ», Πολ.) 3. το αρσ. ως ουσ. ἑξαπέλεκυς πραίτορας, στρατηγός 4. φρ. «ἑξαπέλεκυς… …   Dictionary of Greek

  • ἑξαπέλεκυς — with six axes masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἑξαπελέκεας — ἑξαπέλεκυς with six axes masc/fem acc pl (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἑξαπελέκεις — ἑξαπέλεκυς with six axes masc nom/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἑξαπέλεκυν — ἑξαπέλεκυς with six axes masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • στρατηγός — Επώνυμο κερκυραϊκής οικογένειας, που καταγόταν από την Κρήτη. Ένας κλάδος της εγκαταστάθηκε στη Δαλματία. Κυριότερα μέλη της ήταν οι ακόλουθοι: 1. Αντώνιος. Σπούδασε φιλοσοφία στην Ιταλία και υπήρξε μέλος της Ακαδημίας των Αβλαβών και καθηγητής… …   Dictionary of Greek

  • ἑξαπελέκεων — ἑξαπελέκεω̆ν , ἑξαπέλεκυς with six axes gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»